κινούμενοι

κινούμενοι
κῑνούμενοι , κινέω
set in motion
pres part mp masc nom/voc pl (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • движемъ — (3*) прич. страд. наст. к двигати во 2 знач.: слово словомь движемъ (κινούμενος) ГА XIII–XIV, 296в; аще бо похоть во инѣхъ лежить съсудѣхъ. но внутрь въ ествѣ движема. (ἐγκειμένη) ПНЧ XIV, 153в; в роли с.: ˫акоже вѣща Иѡанъ и пр҃рци, и движеми… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • движимыи — (35) прич. страд. наст. 1. Прич. страд. наст. к движати в 1 знач.: и поклонистасѩ ѡба скипетра іс(с)ви не двіжима никим же ЗЦ к. XIV, 36а; Мнѩще иже луну быти богыню прелщаю(т)сѩ видимъ бо движиму нужею и прелагаему. прехо(д)щу ѿ знаме(н)˫а въ… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • подвижемыи — (10) прич. страд. наст. 1.Направленный, посланный, устремленный. Перен.: нѣка˫а жена… повѣдаше бо сѧ изыного града пришедши. ˫ако ѿ б҃а подвижема. ЧтБГ к. XI сп. XIV2, 112г; подвижема˫а средн. мн. в роли с.: рекъ бж(с)твныи ап(с)лъ. ˫ако ихъже… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • Kykloi — (griechisch κύκλοι, lateinisch cycli) waren in der antiken Astronomie die elf Himmelskreise. Dazu wurden gezählt: die Milchstraße als einzig sichtbarer Himmelskreis, der Himmelsäquator, die parallel zum Himmelsäquator verlaufenden nördlichen …   Deutsch Wikipedia

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • ζωδιακός — ή, ό (Α ζῳδιακός, ή, όν) [ζῴδιον] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στα ζώδια νεοελλ. αστρον. φρ. α) «ζωδιακός κύκλος» ουράνια ζώνη πλάτους 17° που διαιρείται σε δώδεκα ίσα μέρη, τα ζώδια, και εκτείνεται εκατέρωθεν τής εκλειπτικής, μέσα στην οποία… …   Dictionary of Greek

  • νομαδισμός — Τρόπος ζωής των λαών ή των φυλών, που δεν έχουν μόνιμη κατοικία και ζουν κινούμενοι διαρκώς από τόπο σε τόπο· οι μετακινήσεις των νομαδικών λαών ρυθμίζονται από τη μεταβολή των κλιματικών συνθηκών και των συνεπειών της στη ζωή των ζώων και των… …   Dictionary of Greek

  • Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… …   Dictionary of Greek

  • δεσμιδιίδες — (desmidiidae).Οικογένεια μονοκυττάρων φυκιών. Είναι πράσινα, μικροσκοπικά και ζουν σε διαυγή και λιμνάζοντα γλυκά νερά. Η μεμβράνη τους αποτελείται από δύο βαλβίδες, από τις οποίες εκκρίνουν συνήθως μια βλεννώδη ουσία. Οι δ. είναι ελεύθερα… …   Dictionary of Greek

  • ηλιακό αυτοκίνητο — Αυτοκίνητο, που για την κίνησή του χρησιμοποιείται ως πηγή ενέργειας ο Ήλιος. Αν και η σχεδίαση των αυτοκινήτων αυτών παρουσιάζει μεγάλες διαφορές, τα σχήματά τους είναι δυνατόν να χωριστούν στις εξής τέσσερις κατηγορίες: α) Ενιαίο αμάξωμα και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”